Ο άνθρωπος στέκεται αμήχανα, στη μέση του απέραντου λευκού κενού. Όταν ήταν ακόμη ζωντανός, ήταν άντρας. Τριαντάρης, ψηλός, με πράσινα μάτια. Είχε και όνομα. Τώρα δεν έχει όνομα. Τώρα δεν έχει καν μορφή. Και τον όρο ‘’άνθρωπος’’ τον χρησιμοποιούν εδώ στον Παράδεισο για να τον διακρίνουν από τους αγγέλους.
‘’Καλωσόρισες’’
Η φωνή είναι γλυκιά και συνάμα βροντερή. Αν είχε πόδια, σίγουρα θα τα ένιωθε να τρέμουν.
‘’Ποιος είσαι;’’
‘’ Έχω πολλά ονόματα. Εσύ μπορείς να με λες Κύριο’’
‘’ Ο Θεός; Είσαι ο Θεός; Γιατί δε σε βλέπω;’’
‘’Κανένα από τα παιδιά μου δε μπορεί να με δει. Όλα όμως μπορείτε να με ακούσετε’’.
‘’ Όταν πρωτοήλθα, ήμουν γεμάτος απορίες. Οι άγγελοι με ακούγανε κάθε φορά, έστω και αν δε μου απαντήσανε ποτέ. Έλεγα μέσα μου ότι αν μια μέρα σταθώ μπροστά Σου, θα σε ρωτήσω χίλια πράγματα. Με τον καιρό η επιθυμία ξέφτισε μέσα μου. Όλα ξεφτίσανε μετά από…πόσο καιρό είμαι εδώ;’’
‘’Μία αιωνιότητα’’
‘’ Όταν ήμουν ακόμη, ξέρεις εκεί κάτω, αναρωτιόμουν καμιά φορά πως θα ήταν αν ζούσα για πάντα. Τώρα βέβαια, δε ζω ακριβώς αλλά ούτε το για πάντα είναι όπως το φαντάστηκα’’.
‘’Δε θές να ξέρεις γιατί σε κάλεσα;’’
‘’Ναι ναι βέβαια. Είσαι μεγαλόθυμος αλλά δεν κάνει να παίζω με την υπομονή Σου. Ορίστε Κύριε, ιδού εγώ. Στις προσταγές σου’’.
‘’Από όλο το σύμπαν, πιο πολύ αγαπώ εσάς τους ανθρώπους. Γιατί ενώ όλα τα υπόλοιπα δημιουργήματά μου είναι τέλεια, εσάς σας έκανα ατελείς. Και κάθε φορά που ξεφεύγετε κατά πολύ από το δρόμο που σας χάραξα, κάνω κάτι για να σας επαναφέρω. Πάντα με αγάπη. Πάντα με κατανόηση. Μέχρι και το γιο μου σας έστειλα. Τώρα όμως έχετε εξοκείλει τόσο που χρειάζονται δραστικότερα μέτρα από την αγάπη’’.
‘’ Γιατί δεν κάνεις έναν κατακλυσμό ακόμη;΄΄.
‘’Γιατί δεν έκανα ούτε τον πρώτο. Ήταν απλό φυσικό φαινόμενο’’.
‘’Ωραία, γιατί δεν κάνεις έναν τώρα;’’
‘’Γιατί πολύ φοβάμαι ότι αντί να γλυτώσουν οι δίκαιοι, θα βρουν τρόπο να γλυτώσουν οι άδικοι’’.
‘’Και εγώ τι μπορώ να κάνω Κύριε;’’
‘’ Οι άνθρωποι βρίσκονται έξω από τη δική μου αρχή και το δικό μου τέλος. Έξω από το χρόνο και το χώρο μου. Εσύ θα γυρίσεις στον κόσμο τους για έξι ημέρες. Και κάθε ημέρα θα πραγματοποιώ μία σου ευχή. Αν ευχηθείς σωστά, η αποστολή που σου αναθέτω θα στεφθεί με επιτυχία’’.
‘’Ακούω και υπακούω Κύριε. Απλά, μία τελευταία ερώτηση. Γιατί εμένα;’’
‘’Γιατί όχι εσένα;’’
ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ
Γύρισε. Εκεί απ’ όπου έφυγε. Στο ίδιο μέρος και την ίδια ώρα. Κούνησε τα χέρια του, έτρεξε στο γρασίδι, μίλησε δυνατά, ρεύτηκε. Μετά θυμήθηκε την αποστολή του. Έξι μέρες και έξι ευχές ν’ αλλάξει τον κόσμο. Πρώτα σκέφτηκε να κάνει κάτι απλό. Να γίνουν ας πούμε όλοι οι άνθρωποι καλοί. Ότι είναι όμως καλό για το Χριστιανό δεν είναι απαραίτητα και για το Μουσουλμάνο. Και ότι είναι καλό για τον άντρα, δεν είναι για τη γυναίκα. Τι είναι καλό για όλους; Μα βέβαια, θα ξεκινήσει με τα βασικά. Να εξαφανιστούν δια παντός όλα τα ναρκωτικά. Μάλιστα, καλή αρχή.
ΗΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
Το διαδίκτυο είχε τρελαθεί. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο πέθαναν ξαφνικά. Άλλοι επιδίδονταν σε πράξεις βίας χωρίς κανένα λόγο, νόημα ή σκοπό. Πολλοί από αυτούς τριγύριζαν στους δρόμους κάνοντας μια παράξενη κίνηση, φέρνανε το δείκτη και το μεσαίο στο στόμα, σα να υπήρχε κάτι ενδιάμεσα. Κατάλαβε ότι στα ναρκωτικά υπάγονται όχι μόνον φαρμακευτικά σκευάσματα αλλά και τα τσιγάρα. Και σα να μην έφτανε αυτό, χιλιάδες άνθρωποι που κέρδιζαν χρήματα από τα ναρκωτικά, νόμιμα και παράνομα, μείνανε ξαφνικά χωρίς εργασία, με αποτέλεσμα η βία να κλιμακωθεί. Εντάξει, λάθος του πρωτάρη. Ω γέγονε γέγονε. Δεύτερη ευχή. Να γίνουν όλοι οι πολιτικοί τίμιοι.
ΗΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ.
Το ενενήντα τοις εκατό των πολιτικών παγκοσμίως παραιτήθηκε ταυτόχρονα. Σε όλες τις χώρες η πλειοψηφία των Δημάρχων, Συμβούλων, Βουλευτών, Υπουργών, Βασιλέων, Δικτατόρων και Πρωθυπουργών, προσερχόταν οικειοθελώς στις δικαστικές αρχές και δήλωναν τις απάτες που είχανε κάνει κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Μερικοί αυτοκτόνησαν από τη ντροπή τους. Σαν αποτέλεσμα, όλες οι χώρες λίγο πολύ, ήταν ακυβέρνητες. Θεοκρατικά ρεύματα και στρατιωτικοί είχαν αντικαταστήσει γρήγορα γρήγορα την πολιτική εξουσία σε κάποια μέρη. Στα υπόλοιπα, οι λίγοι έντιμοι πολιτικοί δίνανε μάχη με τον όχλο. Δύο στα δύο. Χρειάζεται περισσότερη σκέψη. Παγκόσμιος Αφοπλισμός.
ΗΜΕΡΑ ΤΕΤΑΡΤΗ.
Χωρίς όπλα πώς να κάνεις πόλεμο. Πάνε οι σφαίρες, τα τεθωρακισμένα και οι βαλλιστικοί πύραυλοι. Βέβαια, την ίδια στιγμή οι στρατοί εξοπλίστηκαν με σφυριά, κατσαβίδια και γενικά ότι μπορούσε να βλάψει το συνάνθρωπο. Μέχρι ποντικοφάρμακα αρχίσανε να χρησιμοποιούν οι αθεόφοβοι. Η εφευρετικότητα του ανθρώπου για να κάνει το κακό είναι πράγματι ατελείωτη. Παρ’ όλα ταύτα, η ευχή συνέβαλε στη μείωση των συρράξεων και κατ’ επέκτασιν των θυμάτων. Θέλει λίγη βελτίωση. Παγκόσμια ειρήνη.
ΗΜΕΡΑ ΠΕΜΠΤΗ
Αυτή τη φορά, το πράμα ξεκίνησε καλύτερα. Οι πόλεμοι λήξαν μονομιάς, οι ταραχές και οι βιαιότητες κοπήκανε μαχαίρι. Και επί γης ειρήνη. Με μικρά προβληματάκια. Κάποιες χώρες εισέβαλαν σε κάποιες άλλες και άρχισαν να ληστεύουν και να βιάζουν, χωρίς αντίσταση από τους ντόπιους. Στο δρόμο, τυχαίοι, άνοιγαν τις τσάντες και αρπάζανε τα χρήματα, παίρνανε το φαγητό από το στόμα των μωρών και βάζανε φωτιά σε μαγαζιά διότι ο χειμώνας ήταν κρύος. Ένας, μπήκε σε ένα χειρουργείο και πραγματοποίησε εγχείρηση ανοικτής καρδίας σε ασθενή, χωρίς κανείς να τον σταματήσει. Ήταν λέει από μικρός το όνειρό του. Η επόμενη θα διορθώσει τα πάντα. Να έχουν όλοι τα ίδια αγαθά.
ΗΜΕΡΑ ΕΚΤΗ.
Με το που ξεστόμισε την ευχή, κατάλαβε τι έκανε. Αλλά έπρεπε να περιμένει να ξημερώσει ο Θεός τη μέρα. Το αρχικό σοκ για τους πλούσιους και η αρχική ευφορία για τους φτωχούς, όταν συνειδητοποίησαν ότι ο κάθε άνθρωπος στη γη έχει ακριβώς τα ίδια πράγματα, ξεπεράστηκε γρήγορα. Όλοι σταματήσανε να εργάζονται, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο πολιτισμός. Στα πυρηνικά εργοστάσια, το νερό που έψυχε τους αντιδραστήρες, σταμάτησε ύστερα από μερικές ώρες. Μία τελευταία ευκαιρία. Το βράδυ.
ΗΜΕΡΑ ΕΚΤΗ, ΒΡΑΔΥ.
Περιφέρεται ανάμεσα σε χαλάσματα και πτώματα. Ανηφορίζει σε έναν λόφο και κάθεται σε ένα κομμάτι από αρχαία κολ’ωνα, που καταστρέψανε άλλοι, πριν από αυτόν. Ξέρει ποια είναι η τελευταία ευχή αλλά δε μπορεί να την ξεστομίσει. Γιατί για έναν άνθρωπο, το πιο βαρύ απ’ όλα είναι να παραδεχτεί την ήττα του. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και μαζί και την απόφαση.
‘’Κάντα όλα όπως πριν’’.