Σήμερα το πρωί σηκώθηκα γεμάτος διάθεση να γράψω ένα άρθρο για την Τσικνοπέμπτη τη δεκαετία του ’90 αλλά η πραγματικότητα είχε τα δικά της σχέδια.
Ανησυχώ, μήπως μετά τις κρίσεις (οικονομική-υγειονομική) ξεσπάσει παγκόσμιος πόλεμος και δέσει το γλυκό. Γιατί αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και πάμε σε τέτοιου είδους σύρραξη, ούτε τα μακαρόνια ούτε τα γάλατα σε κονσέρβα δεν πρόκειται να μας γλυτώσουν.
Ξέρω, από «τέλη του κόσμου» και «δευτέρες παρουσίες» έχουμε χορτάσει. Και μέχρι τώρα, δόξα τω Θεώ, έχουν πάει όλοι οι προφήτες κουβά. Αλλά με ανησυχεί το ότι στον κουβά πήγε και το σύνολο των πολεμικών αναλυτών που ήθελαν τη Ρωσία να στρατοπεδεύει στις άρτι ανεξάρτητες ή «ανεξάρτητες» Ρωσόφωνες περιοχές του Ντονμπάς, κι αυτή έχει κάνει ήδη τη μισή Ουκρανία σα δρόμο που του περνάνε καλώδια.
Όπως με ανησυχεί ένα σχόλιο ανάμεσα στον ορυμαγδό, τον κυκεώνα, τη λαίλαπα των «i stand», «pray for», «cancel», «je suis», γνωμικά του Καζαντζάκη και τη Μπαλάντα του Κυρ Μέντιου, που διάβασα και τείνω να συμφωνήσω μαζί του.
Ότι όσα συμβαίνουν, συμβαίνουν γιατί ο Βλαδίμηρος κοντεύει τα εβδομήντα και το αντίπαλον δέος ο Τζο, τα ογδόντα. Και με τη μεγάλη εμπειρία που έχω από ηλικιωμένους σε διοικητικά πόστα, καταθέτω επίσημα πως εάν τους κολλήσει κάτι στο μυαλό δε πα να λες ό,τι θες, αυτό θα γίνει. Σαν τα μικρά παιδιά χωρίς δυνατότητα σωφρονισμού. Στο μόνο που ελπίζω είναι πως τα μικρά παιδιά βαριούνται γρήγορα τα παιχνίδια τους.
Ενώ γράφονται αυτές οι γραμμές τρέχουν οι ειδήσεις πως ο Πούτιν επιθυμεί παράδοση με όρους με αντάλλαγμα τον τερματισμό των πολεμικών επιχειρήσεων. Άσχημο θ’ ακουστεί σε πολλούς αλλά μακάρι. Θα μου επιτρέψετε μόνο να κρατήσω μικρό καλάθι για τώρα και αύριο βλέπουμε.
Σχωράτε με αν σας έκανα την καρδιά λαχανόκηπο χρονιάρες μέρες μα όλοι έχουμε τον τρόπο μας να ξορκίζουμε το κακό. Και αυτός εδώ είναι ο δικός μου.