«Όπως καταλαβαίνεις μικρέ, την έχεις βαμμένη. Κανείς επαναλαμβάνω κάνεις, δεν έχει δικαίωμα να χρωστά λεφτά στο αφεντικό».
Ο μικρόσωμος νεαρός έχει ζαρώσει σε μία γωνία και με κόπο συγκρατεί τους λυγμούς του. Το πρόσωπό του, μετά από τα πρώτα χαστούκια, έχει μαυρίσει σχεδόν όσο και του γιγαντόσωμου άντρα που του τα ρίχνει. Τον σηκώνει από τους ώμους και τον μισοξαπλώνει σε μία δερμάτινη πολυθρόνα.
Μια πόρτα ανοίγει, απ’ όπου ξεπροβάλει ένας μελαχρινός, μεσήλικας, με αρχοντικό παράστημα. Κάθεται απέναντι από το νεαρό, σε μια δεύτερη δερμάτινη πολυθρόνα, κοιτάζοντάς τον ερευνητικά. Από την έκφραση του προσώπου του φαίνεται ότι επιδοκιμάζει την όλη κατάσταση.
«Οφείλω να σου δώσω τα εύσημα Βρούτε. Η … συμπεριφορά σου έναντι των προσκεκλημένων μου, έχει βελτιωθεί θεαματικά. Πόσος καιρός έχει περάσει από την τελευταία φορά που σκότωσες κάποιον;»
«Έξι μήνες αφεντικό».
«Έχεις κάθε λόγο να είσαι υπερήφανος».
Ο γίγαντας ευχαριστημένος από τα καλά λόγια που ακούει, χαμογελά φανερώνοντας ένα τεράστιο κενό στα μπροστινά του πάνω δόντια. Ο εργοδότης του στρέφεται ξανά προς το μέρος του μικρόσωμου νεαρού, που μοιάζει έτοιμος να λιποθυμήσει.
«Ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα των σημερινών νέων; Πιστεύουν ότι οι πράξεις τους δεν έχουν συνέπειες. Προσωπικά ρίχνω τις ευθύνες στα social media και τους πολιτικούς. Στα πρώτα διότι σας δίνουν την ψευδαίσθηση ότι τα σχόλιά σας είναι εξ ορισμού στο απυρόβλητο και στους δεύτερους διότι αντί να διεκδικήσουν αυτά που χρωστάτε στην κοινωνία, σας τα διαγράφουν για να τους ψηφίσετε».
«Μα..εγώ … όχι..»
«Ξέρω, δε φταις εσύ, φταίνε οι άλλοι. Δυστυχώς όμως και εσύ, είσαι οι ‘’άλλοι’’. Θέλω να μην αντιμετωπίζεις αυτό που βιώνεις τη συγκεκριμένη στιγμή ως τιμωρία. Αλλά ως μάθημα. Ότι στη ζωή, είτε πριν αρχίσει το γλέντι είτε αφού τελειώσει, πρέπει να πληρώσεις το λογαριασμό».
Σηκώνεται από τη θέση του και βαδίζει αργά μέσα στο χώρο. Εκτός από τις δύο πολυθρόνες και την πόρτα, το ντεκόρ συμπληρώνει μια λάμπα οροφής, ένα παλιό ξύλινο γραφείο και μερικές σκούρες κηλίδες στο πάτωμα. Προφανώς είναι μιαν αποθήκη και δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται για τέτοιο σκοπό.
«Το υπόλοιπο που πρέπει να καταβάλλεις για να συμπληρώσεις το ποσό που μου οφείλεις δεν είναι τεράστιο, μόλις 5.000 ευρώ. Δηλαδή όσο στοιχίζουν συνολικά, το smartphone σου, μαζί με καφέδες και τσιγάρα ενός έτους. Δηλαδή με 2 χρονάκια λιγότερο κάπνισμα και ένα φτηνότερο κινητό, θα είχες γλυτώσει την ταλαιπωρία. Και το υπόλοιπο ξύλο που θα σου ρίξει ο Βρούτος».
«Τα επιχειρήματά σου, αν και σωστά, δε δικαιολογούν τις πράξεις σου».
Το αφεντικό και ο Βρούτος τινάζονται έκπληκτοι καθώς ακούν μία έξτρα φωνή να μιλά. Στρέφοντας το κεφάλι τους βλέπουν έναν καλοκάγαθο, ασπρογένη γέροντα. Είναι ψηλός, καραφλός, λιπόσαρκος και ντυμένος παράξενα. Φορά φαρδιά πολύχρωμα παντελόνια με πουκάμισο, γιλέκο και μία μπέρτα.
«Αν φορούσες μαύρα, θα έλεγα ότι είσαι ο Μπάτμαν. Αλλά μιας και οι χρωματικές σου επιλογές είναι πιο ζωηρές, θα ήθελα να μου εξηγήσεις πώς ακριβώς κατάφερες να μπεις εδώ μέσα χωρίς να σε καταλάβουμε και κυρίως, γιατί. Μπορείς ν’ απαντήσεις σε μένα ή ν’ απαντήσεις στο Βρούτο».
«Η πρώτη απαντιέται από μόνη της, δεν έχετε κλειδώσει. Η σωστή, είναι η δεύτερη. Ήλθα να διαπραγματευτώ. Και συγκεκριμένα, το μέλλον του κοινού μας φίλου. Για λόγους που δε μπορώ να εξηγήσω μου ανετέθη από κάποιον που δε μπορώ ν’ αναφέρω, η απεμπλοκή του από τα πλοκάμια της μαφίας. Αν μου επιτρέπεις την έκφραση».
« Το ντύσιμό σου φωνάζει ότι είσαι τρελός, όμως ο λόγος σου το διαψεύδει. Θα ποντάρω στο ελαφρώς παρανοϊκός που πιστεύει ότι του έχει ανατεθεί μια ιερή αποστολή. Ενδεχομένως ν’ ακούς και φωνές. Λυπάμαι που δεν εντυπωσιάζομαι αλλά στην εργασία μου έχω δει κατά πολύ χειρότερούς σου. Στο διά ταύτα. Μου δίνεις 5.000 ευρώ και η αποστολή σου έρχεται εις πέρας».
«Δε μπορείς να φανταστείς πόσο κοντά έχεις πέσει. Στο διά ταύτα λοιπόν. Επειδή και γω έχω δει στη δική μου εργασία κατά πολύ χειρότερούς σου, ξέρω ότι δεν πρόκειται να ικανοποιηθείς ούτε με πέντε ούτε με δεκαπέντε χιλιάδες. Ως εκ τούτου, θα σου προσφέρω κάτι πολυτιμότερο. Μια συγκίνηση. Something thrilling, στην Αγγλική».
«Μου εξάπτεις την περιέργεια γέροντα και αυτό είναι καλό. Για όλους σας. Ανάμεσα στην εργασία και την προσπάθειά μου να διαφωτίσω τα πλήθη, έχω παραμελήσει τον εαυτό μου. Ναι, μου χρειάζεται λίγη συγκίνηση. Άνοιξε τα χαρτιά σου».
«Θα ποντάρω, άνοιξε τα χαρτιά σου. Κλασσικές ατάκες τζογαδόρου. Τι θα έλεγες για μία παρτίδα Πόκερ; Ένα ποντάρισμα και αλλαγή μέχρι δύο φύλλα».
«Εξαιρετική πρόταση. Πρέπει όμως να ορίσουμε και το ποντάρισμα. Εγώ ποντάρω την ελευθερία του μικρού σου φίλου. Εσύ;»
Ο μακρυμάλλης παππούς αρπάζει αιφνιδιαστικά το Βρούτο από το γιακά, τον σηκώνει στον αέρα με το ένα χέρι και τον εκσφενδονίζει στην άλλη άκρη του δωματίου.
«Τις υπηρεσίες μου μέχρι 31.12. Διότι μετά έχω άλλες υποχρεώσεις».
Ο μπράβος σηκώνεται από το έδαφος τρίβοντας τον πονεμένο του σβέρκο και, υπακούοντας στο νεύμα του αφεντικού του, φέρνει το παλιό ξύλινο γραφείο. Στη συνέχεια πετά το νεαρό από την πολυθρόνα στο πάτωμα και την προσφέρει στο γέροντα, με χάρη που θα ζήλευε σερβιτόρος πανάκριβου ξενοδοχείου.
Αυτός κάθεται και παρατηρεί το μαφιόζο να βγάζει μία τράπουλα από το συρτάρι του γραφείου. Αρχίζει να την ανακατεύει μ’ ένα σαρδόνιο χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.
«Πριν ξεκινήσουμε, οφείλω να σ’ ενημερώσω ότι είμαι δεινός παίκτης Πόκερ. Δεν έχω χάσει ποτέ μου παιχνίδι».
«Μου αρκεί να χάσεις την παρτίδα».
Το χαμόγελο στο πρόσωπο του μαφιόζου αντικαθίσταται από μία γκριμάτσα δυσαρέσκειας. Δε του αρέσει η ετυμολογία του αντιπάλου του διότι στον κόσμο του, αυτός είναι ο ετοιμόλογος. Όταν αρχίσει να δουλεύει γι΄ αυτόν θα φροντίσει να είναι σιωπηλός.
Ο Βρούτος, που έχει αναλάβει να κάνει τον γκρουπιέρη, μοιράζει από πέντε φύλλα στον καθένα. Οι παίκτες βλέπουν τι έχουν και αφήνουν από δύο φύλλα. Ο Βρούτος δίνει δύο φύλλα από το πάνω μέρος της τράπουλας στον ξένο και με γρήγορες κινήσεις, δύο από το κάτω μέρος στον εργοδότη του. Αυτή η τεχνική, σε συνδυασμό με τα μικρά σημάδια πάνω σε κάθε φύλλο, εγγυάται κάθε φορά την επιτυχή έκβαση της παρτίδας για το αφεντικό.
Οι δύο συνεργάτες κοιτάζουν προσεκτικά τα κλειστά χαρτιά του γέροντα. Χωρίς αμφιβολία έχει μόνο δύο ζευγάρια. Ένα ζευγάρι άσσους κι ένα ζευγάρι οχτάρια. Η νίκη είναι απλά θέμα ανακοίνωσης αποτελεσμάτων.
«Χρώμα στην κούπα. Επτά, εννιά, βαλές, ντάμα, ρήγας. Εσύ τι έχεις;».
«Δυνατό χέρι. Εγώ έχω μόνο δύο ζευγάρια. Ένα ζευγάρι άσσους κι άλλο ένα ζευγάρι άσσους».
Ο μαφιόζος αγριοκοιτάζει το Βρούτο, αρπάζει την τράπουλα και με μανία ψάχνει να βρει το ζευγάρι των άσσων που πρέπει να είναι εκεί. Αντ’ αυτού όμως, ανακαλύπτει τέσσερα οχτάρια. Στο μεταξύ, ο γέροντας έχει ανασηκώσει το νεαρό. Χαιρετά και κλείνει την πόρτα της αποθήκης πίσω τους.
«Αφεντικό, τι κάνουμε;»
«Τίποτα. Φέρε τον επόμενο».
Όμορφο
Είσθε εξαιρετικά ευγενής.
Το είχα ξαναδιαβάσει, αλλά πραγματικά μου άρεσε και διάβασα και τώρα.
Μου θύμισες τον Cincinnati. Όχι για την υπόθεση, για το πόκερ …που από τότε έλεγα.. δεν έχω ιδέα πως παίζεται… αλλά και δεν θα μάθω ποτέ..
Ωραίο κείμενο… μπράβο!!!
Τώρα είσαι λίγο πιο έτοιμη : ) : ) : )