Η μεγαλοπρεπής πομπή σταματά έξω από την σκαλιστή είσοδο του πέτρινου τάφου. Υπήκοοι απ’ όλη τη χώρα έχουν προσέλθει από νωρίς για το «αντίο» στον αυτοκράτορα. Η κουστωδία, αποτελούμενη τη σύζυγό, τα παιδιά, τους υπηρέτες και τους σωματοφύλακες, συνοδεύει το νεκρό.
Οι σπουδαιότεροι ιερείς ντυμένοι με δέρματα ιαγουάρων, κραδαίνουν ροκάνες φτιαγμένες από ράμφη τουκάνων καθώς κάνουν δεήσεις στους σκοτεινούς τους θεούς να δεχτούν τον αυτοκράτορα στο συμβούλιό τους. Πλήθος επίλεκτοι στρατιώτες, κρατώντας μαχαίρια φτιαγμένα από οψιδιανό λίθο, στέκονται όρθιοι πάνω από τα κεφάλια εκατοντάδων γονατισμένων σκλάβων που σιωπηλά περιμένουν τη μοίρα τους.
Μ’ ένα νεύμα του πρωθιερέα, τα μαχαίρια κατεβαίνουν ταυτόχρονα σχίζοντας τους λαιμούς των σκλάβων, κάνοντας τη λίθινη πλατεία να κοκκινίσει από το αίμα. Οι θεοί των Αζτέκων είναι απαιτητικοί όταν πρόκειται να πραγματοποιήσουν μικρές χάρες, όπως να φέρουν βροχή ή να κρατήσουν τις ακρίδες μακριά απ’ τα σπαρτά, φαντάσου λοιπόν τι απαιτήσεις έχουν για να δεχτούν έναν ακόμη θεό κοντά τους.
Το πλήθος, δαιμονισμένο από τη θέα του αίματος που ρέει τώρα σα μικρό ποτάμι στα σκαλιά της πυραμίδας, αλαλάζει από ευχαρίστηση, επαναλαμβάνοντας ρυθμικά τους ψαλμούς των ιερέων. Το σώμα του νεκρού τοποθετείται στην τελευταία του κατοικία με την είσοδο να σφραγίζεται επιμελώς, ώστε τίποτα να μη διαταράξει τον αιώνιο ύπνο του. Όταν η νεκρώσιμη ακολουθία φτάνει στο τέλος της, όλοι αποχωρούν. Όλοι πλην ενός, του άντρα που θα παίξει το ρόλο του αιώνιου φρουρού του τάφου.
Επιλεγμένος ανάμεσα σε εκατοντάδες, με αυστηρά και περίπλοκα κριτήρια, κατέχει επίσημα πλέον το αξίωμα του νεκροφύλακα μαζί με την τεράστια τιμή που το συνοδεύει. Μέσα σε μια μέρα κυριολεκτικά, έχει γίνει ένα από τα πιο αξιοσέβαστα πρόσωπα του κόσμου. Όντας τελείως μόνος πια, βγάζει το βαρύ κράνος από το κεφάλι του, απιθώνει το ακόντιο στον τοίχο και αρχίζει να μασουλά ένα κομμάτι καλαμποκόψωμο.
Η δουλειά που έχει να κάνει δεν είναι δύσκολη. Βασικά θα στέκεται μπροστά από το μνημείο, αυτό. Οι ανώτεροί του στη Στρατιωτική Ακαδημία του είπαν ότι ο λόγος της ύπαρξής του είναι να κρατήσει μακριά τυχόν άπιστους από γειτονικές φυλές που μιας και δε μπορούν ν’ αντιπαρατεθούν με το στρατό των Αζτέκων όταν αυτός κάνει τυπικές επιδρομές στα χωριά τους, ενδέχεται να ξεσπάσουν το μένος τους στον τάφο του αυτοκράτορα.
Καθόλου απίθανο, εδώ που τα λέμε. Και μιας και οι γειτονικές φυλές δεν έχουν πραγματικούς πολεμιστές, ένας άντρας με τη δική του ανώτερη μαχητική εκπαίδευση μπορεί να τα βάλει άνετα με δέκα-είκοσι από δαύτους. Αφού καταφέρουν βέβαια να περάσουν πρώτα απαρατήρητοι από τα πολυάριθμα φυλάκια που είναι διασκορπισμένα παντού. Αυτό θα τον απασχολήσει αν και όταν γίνει, προς το παρόν έχει άλλα θέματα.
Αρχίζει να περιεργάζεται το χώρο. Οι εργάτες έχουν καθαρίσει επιμελώς τη ζούγκλα σε μια διάμετρο εκατό μέτρων, ρίχνοντας και αλάτι το έδαφος για να εμποδίσουν όσο γίνεται το ξαναφύτρωμα της πρασινάδας. Οι ίδιοι εργάτες έχουν χτίσει ένα μικρό φυλάκιο για τον ίδιο, που θα του χρησιμεύει όταν βρέχει ή έχει ήλιο. Είναι αρκετά ευρύχωρο και μπορεί να ξαπλώνει μέσα του για να κοιμάται.
Λίγο πιο πέρα, στα σύνορα μ’ ένα κομμάτι της ζούγκλας βλέπει μια μεγάλη τρύπα. Αυτή θα είναι η τουαλέτα του. Δίπλα της υπάρχει ένας μικρός λόφος από χώμα που θα χρησιμεύει για να καλύπτει την ανάγκη του κάθε φορά. Μόλις η τρύπα γεμίσει θα σκάψει απλά μια καινούργια. Εξόχως βολικό και υγιεινό. Θα τους λείψουν τα θαλάσσια σφουγγάρια που χρησιμοποιούσε για να σκουπίζεται στην Ακαδημία αλλά ευτυχώς περισσεύουν τα μαλακά φύλλα.
Μια φορά τη μέρα ένας υπηρέτης θα του φέρνει το συσσίτιο και νερό, που θα τα εναποθέτει σε μια λογική απόσταση μιας και οι κοινοί θνητοί δεν πρέπει να έρχονται σε άμεση επαφή με πρόσωπα του δικού του κύρους. Αν χρειάζεται κάτι επιπλέον όπως ένα ρούχο ή ένα καινούργιο μαχαίρι, ο υπηρέτης θα μεταφέρει το αίτημά του στους ανωτέρους του.
Αυτό που δεν έχουν προνοήσει είναι να του αφήσουν κάποιο σκαμνί για να κάθεται. Εκτός αν πιστεύουν ότι θα τη βγάλει όρθιος για το υπόλοιπο της ζωής του. Η τελευταία σκέψη τον ταρακουνά λίγο. Αρχίζει να βηματίζει πέρα δώθε τρίβοντας ελαφρά τους κροτάφους του σε μια προσπάθεια να μειώσει τον πονοκέφαλο που ξαφνικά εμφανίζεται. Να πάρει και να σηκώσει, αυτή είναι πλέον η ζωή του!
Ούτε γιορτές, ούτε πανηγύρια, ούτε βόλτες στην αγορά, ούτε καν εκπαίδευση με τους φίλους του. Και βέβαια ούτε γάμος, ούτε παιδιά, ουτ’ εγγόνια. Ανάμεσα στα μεγάλα λόγια και τις ιαχές των δικών του όταν του ανακοινώθηκε ο νέος του ρόλος, δε σκέφτηκε τίποτε από αυτά. Τώρα όμως το πράγμα αλλάζει. Το να φυλάει τον ηλίθιο τάφο του ηλίθιου αυτοκράτορα μέχρι να πεθάνει και του λόγου του, δε μοιάζει πλέον καθόλου ελκυστικό.
Ναι, είναι τεράστια τιμή αλλά τι να το κάνει αν είναι να τη μοιραστεί με τα καπιμπάρα και τους μυρμηγκοφάγους. Είναι στο άνθος της ηλικίας του και πρέπει να το χαρεί με ανθρώπους, ποτό και γέλιο. Αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια γι’ αυτόν και πρέπει να υπακούσει.
– . –
Οι μέρες γίνονται βδομάδες, οι βδομάδες μήνες και οι μήνες χρόνια. Και αυτός πάντα στη θέση του, να υπηρετεί και να φοβερίζει τον τάφο. Στην αρχή, όταν ερχόταν σε επαφή με ανθρώπους της τάξης του, μια δυο φορές το χρόνο στο μνημόσυνο του αυτοκράτορα, τους περνούσε από ανάκριση. Διψούσε να μάθει και την παραμικρή λεπτομέρεια της ζωής τους, σα να ήταν η δική του. Τώρα βαριέται ακόμη και να τους μιλήσει.
Τις δύο πρώτες χρονιές τον περιποιούταν είναι η αλήθεια. Του έστελναν συχνά καινούργια ρούχα, εκλεκτά φαγητά, μέχρι και γυναίκες. Όταν όμως ο νέος αυτοκράτορας εδραίωσε την εξουσία του, κοπήκαν όλα. Ο κόσμος τον ξέχασε όπως αυτός ξέχασε τον κόσμο.
Βλέπει τον υπηρέτη να φέρνει τα δοχεία με το φαγητό και το νερό και τ’ απιθώνει στο προκαθορισμένο σημείο. Υποκλίνεται ελαφρά, γυρίζει την πλάτη του και παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Ο φύλακας τινάζεται και αρχίζει να τρέχει προς το μέρος του με όλη του την ταχύτητα. Σε δύο λεπτά όχι μόνον έχει φτάσει τον άντρα αλλά τον έχει πετάξει στο έδαφος και έχει κάτσει επάνω του ακινητοποιώντας τον.
Εκείνος, σαστισμένος, προσπαθεί να κρύψει τα μάτια του με τα χέρια ώστε να μην προσβάλλει το ιερό πρόσωπο που τον έχει καβαλήσει, με το χυδαίο του βλέμμα. Ο φύλακας τραβάει το μαχαίρι από τη ζώνη και το βυθίζει στο λαιμό του θύματος. Είναι μικρή η θυσία όμως πρέπει να είναι αρκετή για να εξευμενίσει κάπως τους θεούς και να μην το πάρουν κατάκαρδα που πρόκειται να εγκαταλείψει το πόστο του.
Γδύνει γοργά το νεκρό και βάζει το φτωχικό του μανδύα κάτω από τον περίτεχνο δικό του. Θα του χρησιμεύσει αργότερα όταν σύμφωνα με το σχέδιο, φτάσει σε μια από τις γειτονικές φυλές για να ζήσει προσωρινά εκεί, εξαγοράζοντας τη σιωπή των κατοίκων με τα μπόλικα χρυσά κοσμήματα που κουβαλά πάντα επάνω του. Στη συνέχεια θα πάει πιο μακριά, στις εσχατιές της γης.
Πριν φύγει σέρνει το πτώμα στη ζούγκλα. Με λίγη τύχη μέχρι ν’ αρχίσουν να τον ψάχνουν, θα τον κατασπαράξουν τα θηρία, εξαφανίζοντας τα ίχνη της δολοφονίας του. Όσο για το αίμα που βρέχει τον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου, θα θεωρήσουν ότι είναι του φρουρού, ιδιαίτερα μιας και μαζί θα βρουν το σπασμένο κοντάρι κι ένα κομμάτι από το ρούχο του.
– . –
Ο επικεφαλής μελετά με προσοχή το σχέδιο της επικείμενης εισβολής του στρατού στην κοντινή πόλη. Φήμες για θεϊκά όντα με τρίχες στο πρόσωπο και καβάλα σε παράξενα τετράποδα ζώα που συνάπτουν συμμαχίες με τους εχθρούς τους, διασπείρονται ανάμεσα στο στράτευμα σαν τη φωτιά σε ξερά χόρτα. Κόλπα των χωρικών το δίχως άλλο, μπας και γλυτώσουν την οργή των Αζτέκων. Δεν πρόκειται όμως.
Ο αξιωματικός μπαίνει στο δωμάτιο και χτυπά σεβάσμια τη γροθιά του στο στήθος.
-Αρχηγέ, συλλάβαμε τον αποστάτη φρουρό του τάφου.
-Καλώς. Οι ιερείς με έχουν ζαλίσει δέκα μέρες τώρα για τη βλασφημία και την ιεροσυλία και το κέρατό τους. Ήθελαν μέχρι και να καθυστερήσουμε την εκστρατεία ώσπου να εξευμενιστούν οι θεοί.
-Να τους τον παραδώσω;
-Όχι, γιατί θ’ αρχίσουν τις τελετές και πάλι θα χάσουμε χρόνο. Στείλτε τον πίσω στο πόστο του. Έτσι ούτε θυσίες χρειαζόμαστε, ούτε να βρούμε αντικαταστάτη και το πρωί ξεκινάμε.
-Και αν ξαναφύγει;
-Σπάστε του τα πόδια.
– . –
Εξακόσια χρόνια μετά.
Ο αρχαιολόγος και η βοηθός του καθαρίζουν τα τελευταία φύλλα που καλύπτουν το σκελετό του πολεμιστή μπροστά από το σπάνιο αρχαιολογικό εύρημα.
-Δες εδώ καλή μου Κλημεντίνη. Τα πόδια του φύλακα έχουν διαλυθεί από τα χρόνια και όμως αυτός αρνείται να εγκαταλείψει τη σκοπιά του. Η πίστη και η αφοσίωση αυτών των λαών, με αφήνει κάθε φορά άναυδο!