Ο τόπος είναι τα Λεύκτρα. Ο χρόνος το 371 π.Χ. ή ΠΚΕ αν προτιμάτε.
Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος έχει τελειώσει, οι Πέρσες δεν έχουν όρεξη να εισβάλλουν πάλι, ο Αλέκος δεν έχει γεννηθεί ακόμη για να τον φωνάξουν Μέγα αντί π.χ. Τρομερό οπότε, κατά το συνήθειο, κάποιοι απ’ όλους τους Έλληνες πλακώνονται μεταξύ τους. Αντίπαλοι από τη μια περίπου 11.000 Σπαρτιάτες και σύμμαχοι και από την άλλη 6.000 Θηβαίοι, σύμμαχοι και ο Επαμεινώνδας.
Ο Επαμεινώνδας ήταν ένας ευφυέστατος Στρατηγός και ήξερε ότι το μικρότερο αριθμητικά σώμα του δεν είχε καμιά ελπίδα απέναντι στους περισσότερους εχθρούς, πόσο μάλλον όταν μέσα σε αυτούς βρισκόταν και κάπου 2.500 Σπαρτιάτες.
Για να καλύψει το αριθμητικό μειονέκτημα σκαρφίστηκε τη διάταξη της Λοξής Φάλαγγας. Αυτό ήταν αρκετό ως προς το επιχειρησιακό σκέλος αλλά όχι ως προς το ηθικό των ανδρών του που είχε κατρακυλήσει στα πατώματα. Για να το ανυψώσει (το ηθικό) κατέφυγε σ’ ένα τέχνασμα. Ή για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, σε μια μπαγαποντιά.
Οι Θηβαίοι κουβαλούσαν μαζί τους ένα ξόανο (ξύλινο άγαλμα) της θεάς Αθηνάς, επιδιώκοντας μέσω αυτού την θεϊκή εύνοια ή γιατί όχι τη θεϊκή παρέμβαση, εννοείται υπέρ τους. Δηλαδή ακριβώς αυτό που κάνουν οι στρατοί σήμερα με λάβαρα τα οποία φέρουν τα αντίστοιχα θρησκευτικά σύμβολα της πίστης τους.
Το ξόανο έδειχνε τη θεά να κρατά την ασπίδα της ακουμπισμένη μπροστά της. Ο Επαμεινώνδας έβαλε ένας ξυλουργό να «πειράξει» λίγο τη σύνθεση με αποτέλεσμα το πρωί πριν τη μάχη, οι στρατιώτες του να δουν την ασπίδα όχι πια στα πόδια της Αθηνάς αλλά πάνω στο χέρι της, σα να είναι έτοιμη να επιτεθεί.
Από κοντά και οι, μιλημένοι από πριν, ιερείς να μιλάνε για «θάμα θάμα» και «σημάδι τρανό». Το πίστεψαν οι πεζικάριοι ότι η Παλλάδα είναι μαζί τους και με περίσσια πλέον ορμή επιτέθηκαν εναντίον των Σπαρτιατών οι οποίοι ως πιο πραγματιστές, δεν είχαν σκεφτεί κάτι αντίστοιχο.
Κι έτσι σε κάποια γωνιά της Αθάνατης Ελληνικής Επαρχίας, το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» επιβεβαιώθηκε περίπου 1800 χρόνια πριν το υπαγορεύσει ο Μακιαβέλι.