«Έγινε του Κουτρούλη ο γάμος» είναι μια κλασική έκφραση, από αυτές που χρησιμοποιούν οι θυμόσοφοι γέροντες όταν δε λένε τα μερομήνια. Από που μας προέκυψε;
Πρώτα πρέπει να εξηγήσουμε τη σημασία που κρύβει πλέον η έκφραση «του Κουτρούλη ο γάμος». Χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε μία κατάσταση όπου επικρατεί αναρχία, φασαρία ή ελαφρύ χάος, χωρίς όμως να κινδυνεύει ζωή και περιουσία. Σχετικά με την προέλευσή της, έχουμε δύο εκδοχές.
- Ο Ιωάννης Κουτρούλης που άθελά του τη βάφτισε, ήταν Ιππότης Καβαλλάριος, κάπου στη Μεθώνη. Εκεί, ερωτεύτηκε σφόδρα μία παντρεμένη γυναίκα που ανταποδίδοντας τα αισθήματά του, παράτησε τον άντρα της και πήγε να ζήσει μαζί του. Η τοπική εκκλησία το πήρε τόσο στραβά που την αφόρισε, ο Ιππότης όπως καταλαβαίνετε δεν είχε καμία κύρωση. Επί 17 χρόνια ζούσαν στην αμαρτία έως ότου εμφανίστηκαν έγγραφα διαζυγίου (βολικώς υπογεγραμμένα από τον αποθανόντα ήδη Επίσκοπο της περιοχής) που δικαίωσαν την αστική, μέχρι τότε, ένωση του ζεύγους. Ο Κουτρούλης σαν τίμιος άντρας αποκατέστησε την καλή του και το γλέντι που ακολούθησε χαράχτηκε τόσο έντονα στο μυαλό των συγχωριανών τους που το έκαναν σημείο αναφοράς ή meme αν προτιμάτε.
- Στην Κωνσταντινούπολη, μεταξύ των πάμπολλων εθίμων, είχαν και αυτό του «αμαρτήσαντα», μία λαϊκή φολκλορική έκδοση του αποδιοπομπαίου τράγου της Παλαιάς Διαθήκης ή του «Καθάρματος» της αρχαίας Ελλάδας. Επέλεγαν έναν άρρενα κάτοικο της Πόλης και τον έκαναν «Κουτρούλη» (από την κούτρα, που θα πει κεφάλι), δηλαδή τον κούρευαν σαν Τέντι Μπόι με το νόμο 4000. Ύστερα, άρχιζε η περιφορά του και η διαπόμπευσή του, στους δρόμους και τις πλατείες της Βασιλεύουσας, συνοδεία μουσικών οργάνων. Απ’ όπου περνούσε οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν για να ειδοποιήσουν τον όχλο ότι φτάνει ο «Κουτρούλης». Εκείνοι τον κορόιδευαν, του πετούσαν σάπια φρούτα, του κρεμούσαν στον λαιμό κουδούνια και γενικά έβγαζαν το πλέον σκληρό τους πρόσωπο, καλυπτόμενο κάτω από τη μάσκα της «παράδοσης» και του «αστείου».
Υπάρχει και ομότιτλο θεατρικό του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή, με διαφορετικό στόρι, όμως.