‘’Πως μπόρεσες; Γιατί να μιλήσεις με το Μάξιμο. Πες μου ότι θες, μη μου πεις μόνο ότι η επίσκεψή του ήταν τυχαία’’.
‘’Σου τα προφτάσανε οι σπιούνοι σου βλέπω’’.
‘’Μερικές φορές ξεχνάς ότι βρισκόμαστε σε χωριό και ούτε να κατουρήσουμε δε μπορούμε χωρίς να το ξέρει κάποιος. Πριν ακόμη βγει ο Μάξιμος από την πόρτα μας, ήρθαν να μου πουν τα χαμπέρια σου’’.
‘’Και θύμωσες τόσο που παράτησες το μαγαζί για να έλθεις εδώ να μου τα ψάλλεις’’.
‘’Δε θύμωσα, αγανάκτησα. Ποιος ο λόγος να μπλέξεις τον παπά στα πόδια μου. Τώρα που πάω να στρώσω τη δουλειά.’’
‘’Δεν είναι δουλειά . Είναι η ζωή ενός παιδιού’’.
‘’Μην αρχίζεις τις φιλοσοφίες. Καταλαβαίνεις τι εννοώ, όπως πάντα. Ποιος ξέρει τι θα μου σκαρώσει ο τράγος. Αναρωτιέμαι πως εσύ, μια τόσο έξυπνη γυναίκα, έκανες κάτι τόσο επιπόλαιο’’.
‘’Το πρωί, η μικρή ήρθε να κάνει βίζιτα στον Αριστείδη. Με την ευκαιρία την έπιασα και της μίλησα. Σκέφτηκα ότι ο σοβαρός άντρας μου, αποφάσισε να το ρίξει στις παλαβομάρες. Μετά, πήρα το ποτήρι της που ήπιε βυσσινάδα. Μέχρι τώρα, ζυγίζει τρεις φορές όσο τα υπόλοιπα. Όπως γράφεις στα χαρτάκια σου’’.
Τα μάτια του γουρλώνουν από έκπληξη. Σωριάζεται στην πολυθρόνα προσπαθώντας ν’ αναλύσει τις νέες πληροφορίες. Ψελλίζει λέξεις και σκουπίζει τον ιδρώτα που σχηματίζει ρυάκι στο μέτωπό του. Το πρόσωπό του έχει γίνει κόκκινο σαν τα παντζάρια που κατά καιρούς εμπορεύεται.
‘’Μα, αυτό είναι υπέροχο. Καταλαβαίνεις τι μου λες; Ότι έχω δίκιο. Ότι η μικρή είναι αυτό που φαντάζομαι’’.
‘’Φοβάμαι Νικήτα, τόσο απλά. Ο φόβος μου με έκανε να σου μιλήσω ενώ προφανώς δεν έπρεπε. Ο φόβος μου με έστρεψε στον μόνο που πιστεύω ότι μπορεί να με βοηθήσει. Ή έστω στον αντιπρόσωπό Του’’.
‘’Αυτό αλλάζει τα πάντα. Σίγουρα οι δυνάμεις της μεγαλώνουν. Ποιος ξέρει τι θα κάνει μετά. Πρέπει να βιαστώ. Πρώτα όμως θα μιλήσω με τον παπά. Να μου δώσει έστω λίγο χρόνο πριν αρχίσει να χώνει τα ράσα του στη μύτη μου’’.
‘’Επειδή βλέπω ότι δε με ακούς και ότι είσαι έτοιμος να πάθεις εγκεφαλικό από τη χαρά σου, αν σε καθησυχάζει καθόλου, ο Μάξιμος μου είπε ότι προς το παρόν δεν πρέπει να κάνουμε τίποτε μέχρι να δούμε που θα πάει το πράμα’’.
‘’Πάλι καλά. Δυο κουβέντες όμως θα τις πούμε. Τώρα πάω να τηλεφωνήσω στο δικηγόρο μας. Σε παρακαλώ θερμά στο εξής, μιλιά σε κανέναν. Το μέλλον του κοριτσιού Ευρυδίκη, μπορεί να είναι λαμπρό ή καταστροφικό. Ανάλογα την καθοδήγηση’’.
‘’Μη μου κάνεις εμένα το ρήτορα. Το μέλλον του κοριτσιού Νικήτα, όπως και κάθε ανθρώπου, πρέπει να είναι δική του υπόθεση’’.
‘’Δεν είναι σαν τους άλλους ανθρώπους. Δε μπορεί να έχει το ίδιο μέλλον’’.
Ο δικηγόρος του, ο κύριος Αδάμ, απαντά αμέσως το τηλεφώνημά του. Πολύτιμος αρωγός στις παράξενες επιχειρηματικές δραστηριότητές του, αναλαμβάνει τις υποθέσεις που κανείς άλλος δεν θέλει. Κυρίως δε, μεσολαβεί για να συναντήσει πρόσωπα που από μόνος του δεν μπορεί καν να πλησιάσει.
‘’Θα κάνω κάτι σπάνιο για μένα. Θα σας μιλήσω προσωπικά και όχι επαγγελματικά. Εάν δεν με δέσμευε το απόρρητο θα είχα τηλεφωνήσει ήδη στην ψυχιατρική κλινική. Ο διευθυντής είναι φίλος μου ξέρετε. Τον απάλλαξα από τις κατηγορίες ότι χρησιμοποιούσε τους ασθενείς ως πειραματόζωα για φαρμακευτικές εταιρίες’’.
‘’Κύριε Αδάμ, το εκτιμώ. Δεν είστε ο πρώτος που συζητάω γι’ αυτήν την υπόθεση οπότε ήδη ξέρω πως ακούγομαι. Το θέμα είναι ότι χωρίς την πείρα σας και τις γνώσεις σας δε μπορώ να κάνω τίποτε απ’ όσα σχεδιάζω. Παρακαλώ να εκλάβετε το αίτημά μου σαν απίθανο αλλά όχι σαν αδύνατο’’.
‘’Στα χρόνια που δικηγορώ, έχω αναλάβει πλήθος παράξενων υποθέσεων, αυτή όμως τις ξεπερνά όλες. Σας συμβουλεύω να κινηθείτε προσεκτικά. Εάν εκτεθείτε, ο αρνητικός αντίκτυπος μπορεί να είναι τεράστιος. Δύσκολα θα θριαμβεύσετε, εύκολα θα ρεζιλευτείτε. Προσωπικά δεν πιστεύω λέξη απ’ όσα μου είπατε. Όμως, για να βοηθήσω, μπορώ να σας φέρω σε επαφή με τον επικεφαλής του πρωθυπουργικού γραφείου. Έναν φιλόδοξο, φέρελπι και κυρίως εχέμυθο νέο. Είναι φίλος μου, τον απάλλαξα από τις κατηγορίες ότι ψάρευε ανήλικα κορίτσια σε πάρκα ’’.
‘’Αφού μου τον προτείνετε. Μόλις κανονίσετε ένα ραντεβού μαζί του, ενημερώστε με. Απλά σας παρακαλώ, όσο πιο σύντομα γίνεται’’.
Κλείνει το τηλέφωνο. Είναι σίγουρος ότι ο κύριος Αδάμ σαν τη γυναίκα του, σκέφτεται πως κάνει ό,τι κάνει για το κέρδος. Δεν μπορούν να μαντέψουν τον πραγματικό του σκοπό. Χρήματα έχει πολλά. Και στο χωριό είναι πρώτος. Αλλά κάθε φορά που κατεβαίνει στην Αθήνα για δουλειές, όλες οι σπουδαίες γνωριμίες του τον αντιμετωπίζουν σα χωριάτη, που τον ανέχονται μόνο γιατί έχει λεφτά. Ακόμη και οι πολιτικοί, που τόσο πλούσια χρηματοδοτεί, τον λοιδορούν μόλις γυρίζει την πλάτη του.
Κάποιοι από αυτούς και μπροστά του. Κάθε φορά κάνει πως δεν καταλαβαίνει, γελώντας με τις καλυμμένες προσβολές τους, σα να είναι καλόκαρδα χωρατά. Τώρα είναι ο καιρός που θ’ αλλάξουν όλα. Θα τους αναγκάσει να τον αποδεχθούν σαν ίσο τους. Θα τους αναγκάσει να τον κάνουν ίσο τους. Αρκεί να δουλέψει το σχέδιό του.
Αποφασίζει να μη συναντηθεί ακόμη με τον παπά. Σκέφτεται πως όποτε πήρε αποφάσεις παρορμητικά δε του βγήκαν ποτέ σε καλό. Άλλωστε ο Μάξιμος είναι περίεργος αλλά τηρεί πάντοτε αυτά που λέει. Προς το παρόν λοιπόν, δε θα κάνει τίποτε. Για να δει που θα πάει το πράγμα από μόνο του.
Το πρωί φεύγει πριν ακόμη φανεί ο ήλιος. Παρά την απόσταση και τους κακούς δρόμους, το καινούργιο του αυτοκίνητο χρειάζεται μόνο λίγες ώρες για να τον πάει στον προορισμό του. Ο δικηγόρος του έχει φροντίσει να κλείσει δωμάτιο σε ξενοδοχείο καθώς και τη συνάντηση με τον ιδιαίτερο του υπουργού. Ένα γρήγορο ντους, το καλό του κοστούμι και κατευθείαν στην οδό Τρούμαν 14. Εκεί βρίσκεται μία μικρή λέσχη φίλων του βιβλίου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το μέρος που συναντιούνται μυστικά οι βουλευτές όλων των κομμάτων με τους σημαντικούς ψηφοφόρους τους.
Ο δικηγόρος του είναι ήδη εκεί. Σε λίγο καταφτάνει και ο Γενικός που τον χαιρετά εγκάρδια. Ο Νικήτας έχει προετοιμάσει το λόγο του μεθοδικά. Παρά τη χαμηλή του μόρφωση, έχει έμφυτη ρητορική ικανότητα. Σε συνδυασμό με τα χρόνια του στο εμπόριο, είναι σε θέση να παρουσιάσει ότι θέλει, όπως θέλει, σε όποιον θέλει.
Οι λέξεις και οι εκφράσεις του είναι προσεγμένες ώστε να μη θορυβήσουν το Γενικό. Παρουσιάζει την κατάσταση από την ανθρωπιστική της πλευρά. Ότι ο ίδιος δεν πιστεύει σε μάγια και θαύματα, όμως οι συγχωριανοί του σαν απλοί άνθρωποι, μπορεί άθελά τους να βλάψουν το καημένο το κορίτσι. Γι’ αυτό και με κάποιον τρόπο, θα πρέπει να οριστεί σαν κηδεμόνας της.
‘’Αγαπητέ μου, κατανοώ πλήρως τις ανησυχίες σας και σας συγχαίρω για το ενδιαφέρον σας να βοηθήσετε ένα ορφανό από μάνα κορίτσι. Παρ’ όλα ταύτα, όπως θα σας πει και ο κύριος Αδάμ, ο νόμος είναι σαφής. Σε περίπτωση βάσιμων αποδείξεων για την ακαταλληλότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος, τότε και μόνο τότε είναι δυνατή η παρέμβαση της Πολιτείας. Αν ο πατέρας της ήταν βίαιος ή αλκοολικός, θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι. Εσείς όμως μου περιγράφετε έναν σχετικά επαρκή γονέα’’.
΄΄Ο κύριος Γενικός έχει δίκαιο. Είναι δύσκολο ν’ αποσπάσουμε ένα παιδί από το γονέα του χωρίς οφθαλμοφανή αιτιολογία. Ίσως, σε συνεννόηση με τον πατέρα, να είναι προτιμότερη κάποια μορφή υιοθεσίας. Η νεαρά θα παραμείνει στο οικογενειακό της περιβάλλον, εσείς Νικήτα θα τη βοηθάτε και εάν προκύψει ανάγκη, θα παρέμβετε με το δικαίωμα που θα σας δίνει πλέον ο νόμος’’.
‘’Αυτή είναι μια εξαιρετική ιδέα. Εάν πείσετε τον πατέρα να συναινέσει, θα φροντίσω να παρακαμφθούν όλες οι γραφειοκρατικές διαδικασίες. Πιστεύω ότι μπορείτε να του κάνετε μία πρόταση που θα είναι ωφέλιμη για όλους, αν με καταλαβαίνετε’’.
‘’Ο Μηνάς είναι περήφανος. Και αγαπάει τρελά την κόρη του. Δε νομίζω ότι μπορώ να κάνω τέτοια συμφωνία μαζί του’’.
‘’Υπάρχει και μια άλλη λύση. Να του προτείνουμε δύο επιλογές. Ή την υιοθεσία από εσάς ή την ανάθεση της επιμέλειας της κόρης του στην Κοινωνική Υπηρεσία. Υπό άλλες συνθήκες είναι μία πρόταση που δε θα ανέφερα καν. Αλλά βλέποντας το πραγματικό ενδιαφέρον ενός τόσο σημαντικού πολίτη όπως εσείς, θεωρώ καθήκον μου να δώσω λύση. Άλλωστε, είναι λάθος ένας πατέρας να στέκει εμπόδιο στην ευημερία του παιδιού του. Έστω και από αγάπη’’.
‘’Θα το εκτιμούσα αφάνταστα κύριε Γενικέ. Έτσι και αλλιώς δεν πρόκειται να πάρω τη μικρή από τον πατέρα της. Θέλω μόνο να είμαι σίγουρος ότι αν χρειαστεί, θα μπορώ να κάνω κάτι. Για το καλό της’’.
‘’Φυσικά για το καλό της. Κάντε μία πρώτη κουβέντα και που ξέρετε. Ίσως ο πατέρας συμφωνήσει. Έτσι το θέμα μας διευθετείται αναίμακτα. Εάν θέλετε βεβαίως, μπορώ να ξεκινήσω τις διαδικασίες και για τη δεύτερη επιλογή μας, σε περίπτωση που χρειαστεί. Απλά, χρειάζεται να καλυφθούν μερικά λειτουργικά έξοδα’’.
Ο Νικήτας χαμογελάει πονηρά. Έχει κάνει το ίδιο πράγμα πολλές φορές μέχρι τώρα. Βγάζει το καρνέ των επιταγών, συμπληρώνει ένα γερό ποσό και τη δίνει στον κύριο Αδάμ. Αυτός θα την εξαργυρώσει ως δική του αμοιβή και θα καταβάλλει στο Γενικό ότι του αναλογεί, για τον κόπο του. Σαν πρακτικός άνθρωπος, ξέρει ότι η δουλειά του έχει τελειώσει. Τους χαιρετά και φεύγει. Είναι ευκαιρία μιας και ήρθε στην πρωτεύουσα, να κάνει μερικά ψώνια.
‘’Αδάμ, πες μου την αλήθεια. Ο τσομπάνος πιστεύει ότι το κορίτσι έχει μαγικές ικανότητες’’.
‘’Δεοντολογικά δε μπορώ να σου πω τίποτα. Εκτός από μία ιστορία. Ήταν που λες κάποτε ένας γιδοβοσκός που πίστευε ότι ένα κορίτσι είχε θεραπευτικές ικανότητες. Και επειδή τα λεφτά του τον εμπόδιζαν να τη βοηθήσει, δύο καλοί άνθρωποι αποφασίσανε να τον απαλλάξουν από αυτά’’.
Οι δύο συνεργάτες ξεσπάνε σε γέλια και παραγγέλνουν πούρα και μπράντυ για να γιορτάσουν τη δουλειά που μόλις ξεκινά.