Αλαλάζω (ρήμα). Φωνάζω δυνατά μ’ ενθουσιασμό. Bγάζω άγριες κραυγές από πολεμική ορμή. Δοξολογώ (στην Καινή Διαθήκη).
Όλοι έχουμε λίγο-πολύ αλαλάξει κάποια στιγμή στη ζωή μας, καιρός λοιπόν είναι να μάθουμε από που προέρχεται η λέξη.
Ο Άρης (ο θεός, όχι η ομάδα) εκτός από τρομερά πολεμοχαρής ήταν και τρομερός γκόμενος. Η γοητεία του δεν περιορίστηκε στην Αφροδίτη αλλά κατέκτησε μία πληθώρα γυναικών με τις οποίες έκανε κάμποσα παιδιά. Δύο από αυτά, το Φόβο και το Δείμο, τα έπαιρνε μαζί του στις μάχες.
Εκτός των γιων του όμως ο Άρης συνοδευόταν επίσης από την αδελφή του Έριδα, την ηνίοχό του (πολύ προχωρημένο) Ενυώ, τον Πόλεμο και την κόρη του Πολέμου, Αλαλά.
Η τελευταία αναφέρεται ουσιαστικά στην Ελληνική μυθολογία ως η προσωποποίηση της πολεμικής κραυγής, με τον Άρη να επικαλείται τ’ όνομά της καθώς εφορμά και τους θνητούς στρατιώτες τριγύρω να τον αντιγράφουν «αλαλάζοντας».