Ο βετεράνος σηκώνεται αργά απ’ τη θέση του. Είναι μεγάλη τιμή να σου δώσει το λόγο ο Αυτοκράτορας. Φτιάχνει τα λόγια στο μυαλό του, το σέβας δεν πρέπει να σκεπάσει την αλήθεια.
-Οι υπήκοοί σου αρνούνται να σου δώσουν ένα μέρος των χρημάτων τους για να κάνεις πόλεμο, έτοιμοι να προσκυνήσουν νέο αφέντη αρκεί να μην τους πειράξει το βιος. Ο μουχαμέτης από την άλλη έχει μια τεράστια πίστωση από Χριστιανούς κι Εβραίους εμπόρους. Του δίνουν λεφτά με το τσουβάλι με μόνο αντάλλαγμα ν’ αγοράσουν αυτά που οι στρατιώτες του λεηλατήσουν. Όπως καταλαβαίνεις μεγαλειότατε, πολεμάμε για το αν ένα χρυσωρυχείο που δε μας ανήκει, αλλάξει ή όχι χέρια.
-Και τότε γιατί μένεις;
Ο πολεμιστής δείχνει με την άκρη του δακτύλου, τους Κουροπαλάτες και τους Ακτουάριους στην άλλη μεριά της σάλας.
-Για να δω τα μούτρα τους όταν κερδίσουμε.