Κάθομαι σε ένα κατά κύριο λόγο ορθάδικο καφέ μαζί με άλλους και ως συνήθως, παρατηρώ τα πλήθη που περνούν. Μέρος του πλήθους είναι κι ένας πατέρας με τον 3-4 χρόνων γιο του που έρχονται να παραγγείλουν και ν’ ακουμπήσουν στον πάγκο. Παίρνει ο πατήρ ένας κρύο καφέ κι ο μικρός μια σοκολατένια λιχουδιά.
Μόλις την καταναλώνει, πάει να την πετάξει στο σκουπιδοτενεκέ αλλά ως μικρός και ασυντόνιστος, χρειάζεται ν’ αγκαλιάσει τον τενεκέ για να μπορέσει να πραγματοποιήσει το έργο του. Ο πατέρας αντιδρά έντονα, με παρατηρήσεις «μη λερώνεσαι», «πρόσεχε», «μη το κάνεις έτσι» κ.ο.κ.
Μέχρις εδώ καλά. Οι γονείς πρέπει να φροντίζουν την υγιεινή και την υγεία των τέκνων τους. Έλα όμως που μετά, ο ίδιος στρίβει ένα τσιγάρο κι αρχίζει να φυσά τον καπνό στα μούτρα του παιδιού του. Κανονικά, όχι σχήμα λόγου. Καπνιστό τον έκανε τον μπόμπιρα.
Στραβοκοιτάζουμε όλοι τον καραγκιόζη αλλά αυτός ατάραχος. Φαντάζομαι πως μεγάλωσε με έναν πατέρα που έκανε το ίδιο σε αυτόν και, σαν κλασικός βλακάνιος, πιστεύει ότι ο καρκίνος του πνεύμονα στους παθητικούς καπνιστές είναι θεωρία συνωμοσίας μιας και ο παππούς του κάπνιζε 50 χρόνια και δεν έπαθε τίποτε. Αρχίζουν να πέφτουν κάτι καντήλια στο τέλος και αντί να ζητήσει συγγνώμη πάει να βγει κι από πάνω. Ευτυχώς που επεκράτησε η ψυχραιμία και ο μικρός έχει μερικά ακόμη χρόνια μέχρι να καταλάβει από τι μάπα πατέρα προήλθε.