Νύχτα, τι νύχτα δηλαδή, 3 μετά τα μεσάνυχτα. Σχετική ησυχία μιας και οι εκδρομείς έχουν πλέον γυρίσει αλλά δεν έχουν ακόμη συνηθίσει, την πόλη.
Πάνω στην Αχαρνών περπατά μια γιαγιά με οχτάρια, κομμάτια. Όχι απλά έχει πιει, μπροστά της ο «Μεθύστακας» του Ορέστη Μακρή, είναι προσκοπάκι που δεν πίνει ούτε σουμάδα. Εκεί που περπατά τρικλίζοντας, αρχίζει να φωνάζει με όλη τη δύναμη των πνευμόνων της:
«Δεν υπάρχει κόβιντ, δεν υπάρχει κοβίντ (προσέξτε ότι στην επανάληψη πέφτει ο τόνος), όλα είναι ψψψψέμα. Δεν υπάρχει τίποτα». Και καπάκι, το κοινωνικό μήνυμα «γιατί πετάτε τα σκουπίδια έξω από τους κάδους; Μέσα στους κάδους τα σκουπίδια».
Έχουμε βγει στα μπαλκόνια και τη χαζεύουμε, βλέπει αυτή πως έχει κοινό, αρχίζει να φωνάζει ακόμη πιο δυνατά, γαβγίζουν κάτι σκυλιά, κορνάρουν κάτι αυτοκίνητα, σαν προεκλογική περίοδος του ’80. Εμφανίζεται ένα περίπολο (δύο μοτοσυκλέτες της Αστυνομίας) όπου σταματά να δει τι γίνεται.
Τους αρχίζει η γιαγιά «να πάτε να πιάσετε τους βουλευτές, αυτοί είναι κλέφτες» και τα τοιαύτα, τη διαβεβαιώνουν ότι θα πάνε πρωί πρωί γιατί τώρα η Βουλή έχει κλείσει, την αρέσει η απάντηση και ηρέμει. Τη ρωτούν αν έχει κινητό πάνω της, ευτυχώς έχει. Καλούν κάποιον και μετά από 20 λεπτά όπου η γιαγιά δε σταμάτησε την κριτική στο σάπιο σύστημα, ευτυχώς χαμηλόφωνα πλέον, έρχεται κάποιος και τη μαζεύει.
Σχόλια 1