Ήταν καλοκαίρι του ’91. Zέστη, νέφος, κλειστά σχολεία και ο πατέρας Μητσοτάκης πρωθυπουργός.
Μέσα στο αστικό τοπίο κυκλοφορούμε λίγοι, όσοι δεν έχουμε την ευχέρεια για μεγάλες καλοκαιρινές διακοπές, προσπαθώντας να βρούμε κάτι για να περάσουμε το χρόνο μας σε μία εποχή χωρίς internet και blockbuster ταινίες στους κινηματογράφους.
Μία μορφή διασκέδασης ήταν τα λεγόμενα «ηλεκτρονικά», «μπλιμπλίκια» ή «arcade» για τους πιο ψαγμένους. Οι μεγάλες καμπίνες με βιντεοπαιχνίδια οι οποίες κατάπιναν τα κέρματα γρηγορότερα από βουλευτή που κάνει ρουσφέτια.
Εκείνη την εποχή, είχε γίνει μόλις η μετάβαση από το εικοσάρικο στο πενηντάρικο. Για να περάσει λίγο πιο εύκολα η αύξηση του 105% ανά παιχνίδι, είχαν ρυθμίσει να μπορείς να παίζεις 2 παιχνίδια με ένα πενηντάρικο ή ένα διπλό.
Τα στενά οικονομικά μας δε μας επέτρεπαν συχνές εξορμήσεις όταν έπρεπε να χρεωθούμε το εικοσάρικο, καταλαβαίνετε λοιπόν το πρόβλημα που μας δημιουργούσε η νέα τάξη πραγμάτων. Η εναλλακτική μας ήταν να καθόμαστε και να βλέπουμε τους άλλους να παίζουν κι ενίοτε κάποιος να θέλει παρτενέρ για διπλό.
Ένα δημοφιλές παιχνίδι ήταν το Raiden. Αεροπορικό shoot em up, δηλαδή πυροβολείς ό,τι κινείται, με ωραία γραφικά και αρκετές πίστες. Ένας φίλος μου έχει ένα πενηντάρικο διαθέσιμο και στα πλαίσια της αλληλεγγύης μεταξύ ανδρών και του ιπποτισμού που υπερτερεί της απληστίας, με καλεί να παίξουμε μαζί.
Το μαγαζί μικρό, οι θαμώνες λίγοι, μαζεύονται από πάνω μας για να χαζέψουν. Το παιχνίδι μας πάει καλά με τους εχθρούς να πέφτουν σαν τις μύγες κάτω από το ανελέητο πυρ των όπλων μας και την κόλαση φωτιάς των πυραύλων μας. Οι θεατές, ζώντας μαζί μας την έξαψη της μάχης, δε σταματούν να μας δίνουν συμβουλές και να μας ενθαρρύνουν.
Μέχρι και ο μαγαζάτορας, γνωστός σπάγκος, έχει ξεχάσει τα λεφτά που χάνει γιατί δε χάνουμε και βγαίνει από τον πάγκο για να ενωθεί με το αλαλάζον πλήθος. Ίσως να ήταν πιο ποιητικό εάν χάναμε λίγο πριν το τέλος, λίγο πριν δώσουμε τη χαριστική βολή στο Μεγάλο Αφεντικό αλλά κερδίσαμε. Οι πρώτοι που τα κατάφεραν με ένα μόνο πενηντάρικο. Γράψαμε τ’ αρχικά μας και φύγαμε.
Τότε δε δίνεις σημασία. Μετά, όταν περνάν τα χρόνια καταλαβαίνεις πόσο σημαντικές είναι αυτές οι ασήμαντες νίκες.