Όταν η μοναδική αυτοκρατορία που δεν προσέφερε απολύτως τίποτε στον κόσμο είχε περικυκλώσει από παντού την Κωνσταντινούπολη, πίσω από τα τείχη της βρισκόταν μια χούφτα (συγκριτικά με τον εχθρό) υπερασπιστές, έτοιμοι να νικήσουν ή να πεθάνουν.
Το ετερόκλητο πλήθος τους αποτελούνταν από στρατιώτες του Βυζαντίου, Γενουάτες μισθοφόρους, Ρως πολεμιστές, Ιππότες, ακόμη και Τούρκους, με τον καθέναν από αυτούς να βρίσκεται εκεί για διαφορετικούς λόγους. Άλλος για το καθήκον, άλλος για τη δόξα, άλλος για το χρήμα, όλοι όμως εκεί.
Το άρθρο παρουσιάζει κάποιους από τους πρωταγωνιστές της τελευταίας πράξης του Βυζαντίου πριν αυτό περάσει τόσο στην ιστορία όσο και στις παραδόσεις, μετατρεπόμενο από ύλη σε πνεύμα.
- Ιωάννης Γκραντ. Ή Ιωάννης Γερμανός. Ή John Grand.
Κάποιες πηγές τον αναφέρουν ως Γερμανό και κάποιες ως Σκωτσέζο, συμφωνούν όμως όλες ότι ο Ιωάννης ήταν ένας ικανότατος μηχανικός. Όταν ο Μεμέτ ο Β’ νίκησε τους Σέρβους στο Κόσσοβο, ανάμεσα στους όρους που επέβαλε στους ηττημένους ήταν να του παραδώσουν πολλούς άντρες ως αιχμαλώτους. Αυτοί στελέχωσαν το στρατό του με την ιδιότητα του λαγουμιτζή, έσκαβαν δηλαδή σήραγγες με σκοπό να φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη υπογείως. Ο Γκραντ προέβλεπε το που και πως σκαπτόταν αυτές οι σήραγγες παρατηρώντας κάποια σημάδια όπως η κατεύθυνση τυχόν δονήσεων στο υπέδαφος, η συγκέντρωση ασυνήθιστα μεγάλων σωρών χώματος σε διάφορες περιοχές ή η εστίαση των εχθρικών επιθέσεων σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο των τειχών. Τότε έσκαβε ένα κόντρα λαγούμι με αποτέλεσμα κάποια στιγμή οι πολιορκητές να πέφτουν πάνω σ’ ένα σωλήνα που ξερνούσε Υγρό Πυρ σ’ έναν κλειστό χώρο σκοτώνοντας τους πάντες όχι μόνο λόγω φλόγας αλλά επίσης καπνού και ατμοσφαιρικής πίεσης. Εναλλακτικά χρησιμοποιήθηκε πυρίτιδα, νερό και μερικές φορές αγχέμαχα όπλα σε μάχες σώμα με σώμα. Στις 25/5 οι πολιορκητές εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη μ’ αυτόν τον τρόπο. Η τύχη του Ιωάννη αγνοείται.
- Πρίγκηπας Ορχάν
Οθωμανός, Μουσουλμάνος, ξάδελφος του Μεμέτ Β’, βρέθηκε ως πολιτικός αιχμάλωτος στην Πόλη βάσει μιας συμφωνίας μεταξύ του Ιωάννη Η’ και του Μουράτ Α’. Πολύ συνηθισμένο εκείνες τις εποχές ευγενείς (όπως ο Ορχάν) να δίνονται «τιμής ένεκεν» σε αντιπάλους ή συμμάχους ώστε να εξασφαλιστούν καλύτερα τυχόν διμερείς συμφωνίες ειρήνης. Ο πραγματικός σκοπός της παραχώρησής του ήταν ότι είχε δικαιώματα στο θρόνο των Οθωμανών και ο Μουράτ τον ξεφορτώθηκε χωρίς να χρειαστεί να τον σκοτώσει, κάτι που μπορεί να δημιουργούσε προβλήματα στο εσωτερικό. Όταν ο ξάδελφός του έφτασε προ των τειχών, ο Ορχάν ξέροντας τι τον περιμένει, ζήτησε από τον Κωνσταντίνο να πολεμήσει, μαζί με τους τέσσερεις γιους του και τους 600 άντρες της φρουράς του. Κράτησε επιτυχώς τη θέση του στο λιμάνι του Επτασκαλίου αποκρούοντας πλήθος επιθέσεων μέχρι τελικά να πεθάνει στις 29 Μαΐου.
- Οι αδελφοί Bocchiardi.
Τα τρία αδέλφια από τη Βενετία, Antonio, Paolo & Troilo, έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη ως εθελοντές με σκοπό να υπερασπίσουν τη Χριστιανική πίστη. Μπορεί τρεις άντρες να μην ακούγονται πολλοί αλλά μιλάμε για εκπαιδευμένους ιππότες όπου ο καθένας τους άξιζε για 100 τουλάχιστον αντιπάλους. Επιπλέον, πήγαν με δικό τους οπλισμό και δικά τους έξοδα και πολέμησαν τόσο γενναία που χρονικογράφοι της πτώσης όπως ο Λεονάρδος ο Χίος, αναγκάστηκαν να κάνουν ξεχωριστή αναφορά σε αυτούς. Πάνω σ’ αυτούς δε, στηρίχθηκε ο λαϊκός μύθος για τους 3 Κρητικούς:
«Τον έναν από τους πύργους των τειχών της Πόλης τον υπεράσπιζαν τρία αδέρφια, άρχοντες Κρητικοί που πολεμούσαν με το μέρος των Βενετών (η Κρήτη τότε ήταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετών). Μετά την πτώση της πόλης τα τρία αδέρφια και οι άντρες τους εξακολουθούσαν να πολεμούν και παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες τους οι Τούρκοι δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν τον πύργο. Για το περιστατικό αυτό ενημερώθηκε ο Σουλτάνος και εντυπωσιάστηκε από την παλικαριά τους. Αποφάσισε, λοιπόν, να τους επιτρέψει να φύγουν με ασφάλεια από τον πύργο και να πάρουν ένα καράβι με τους άντρες τους και να γυρίσουν στην Κρήτη. Πραγματικά η πρόταση του έγινε δεκτή με τη σκέψη ότι έπρεπε να μείνουν ζωντανοί για να πολεμήσουν να ξαναπάρουν τη Βασιλεύουσα πίσω από τους απίστους. Έτσι οι Κρητικοί επιβιβάστηκαν στο πλοίο τους και ξεκίνησαν για το νησί τους. Το πλοίο δεν έφτασε ποτέ στην Κρήτη και ο θρύλος λέει ότι περιπλανιούνται αιώνια στο πέλαγος μέχρι τη στιγμή που θα ξεκινήσει η μάχη για την ανακατάληψη της Πόλης από τους Έλληνες. Τότε το πλοίο των Κρητικών θα τους ξαναφέρει στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουν και αυτοί μέρος στη μάχη και να ολοκληρώσουν την αποστολή τους και το ελληνικό έθνος να ξανακερδίσει την Πόλη».
Από τα 3 αδέλφια ο Antonio και ο Troilo διέφυγαν ενώ ο Paolo πέθανε είτε στο πεδίο της μάχης είτε αργότερα από τα τραύματά του.
- Gabriele Trevisano.
Αυτός ήταν Γενοβέζος έμπορος που γυρνούσε από τη Μαύρη Θάλασσα κι έπεσε πάνω στον αποκλεισμό από τους Οθωμανούς. Ενώ θα μπορούσε να φύγει (γιατί τότε τους Γενοβέζους δεν τους πείραζε κανείς) αποφάσισε να μείνει μαζί με τα εννέα εμπορικά του πλοία και να πολεμήσει στο πλάι των Βυζαντινών. Ξέρω τι σκέφτεστε, τι δουλειά έχει ο έμπορος με τα Εδώδιμα & Αποικιακά, να μπλέξει με τα κανόνια και τις μάχες. Όταν μιλάμε για εμπορικά πλοία μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα μην πάει το μυαλό σας σαν αυτά με τα κοντέινερ που ξεφορτώνουν Πειραιά. Ήταν οπλισμένα μέχρι το λαιμό για ν’ αντιμετωπίζουν τους μύριους όσους πειρατές βρίσκαν στο δρόμο τους τόσο με κανόνια όσο και με τον τελευταίας λέξης φορητό οπλισμό της εποχής. Έπεσε ζωντανός στα χέρια των εχθρών και αν και δεν υπάρχουν πληροφορίες για το τι του συνέβη μετά, πολύ αμφιβάλλω ότι τον εκτέλεσαν για δύο λόγους. Πρώτον γιατί είχε χρήματα και οι Οθωμανοί ως λιγούρηδες και παραδόπιστοι θα κάνανε «κρα» να τον ανταλλάξουν με λύτρα και δεύτερον γιατί ο Μεμέτ δεν ήθελε ν’ ανοίξει μέτωπο με το Γένοβα.
- Οι μοναχοί.
Κατά τη διάρκεια μιας πολιορκίας κανείς δεν κάθεται. Όσοι δε μπορούν να πολεμήσουν προσφέρουν σε άλλες θέσεις όπως οι επισκευές/συντηρήσεις, η αστυνόμευση, η περιποίηση των τραυματιών, η μεταφορά εφοδίων και με το να πετάνε πέτρες και βραστό νερό στον εχθρό. Αρκετοί μοναχοί έκαναν αρκετά από τα παραπάνω με τους πιο υγιείς και νέους σε ηλικία να έχουν ταχθεί υπό τις διαταγές του Ιακώβου Κονταρίνι, στην πλευρά της Προποντίδας. Κατά πόσον πιάσαν κάποιοι τ’ αρματα και δεν περιορίστηκαν σε βοηθητικούς ρόλους είναι ακόμη συζητήσιμο. Πάντων αν κρίνουμε από άλλους όπως ο Παπαφλέσσας ή ο Alexander Peresvet δεν είναι απίθανο κάποιος ν’ άρπαξε μια λόγχη και να έστειλε κάποιον Μαμελούκο να συναντήσει το Θεό του πριν της ώρας του.
- Για τον Giovanni Giustiniani, Ιωάννη Ιουστινιάνη στην Ελληνική απόδοση, επικεφαλής κι έχων το γενικό πρόσταγμα όλου του στρατού, απαιτείται ξεχωριστό άρθρο.