-Αν πρέπει να τοποθετήσω κάπου την αρχή της χρυσής μας εποχής, είναι ακριβώς αυτή η στιγμή. Όταν η θεά πατά εδώ, το πόδι της.
Η Νιμ και η Χατέπ τον κοιτούν παραξενεμένες. Αφού έχουν περάσει μέρες, γι ακόμη μια φορά, χωρίς να τους δώσει την παραμικρή σημασία, ξαφνικά τις καθίζει κάτω και τους διηγείται αυτήν την καταπληκτική ιστορία. Ποιος να φανταστεί ότι το συνονθύλευμα σκόνης και βρωμιάς που αποκαλεί μαντείο, κουβαλά τέτοια λαμπρή κληρονομιά.
-Τα νέα μαθαίνονται γρήγορα, ιδιαίτερα όταν ζεις σε χωριό. Μετά την έλευση της Παλλάδος, οι επισκέψεις των πιστών αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται σα τις μύγες πάνω από την κοπριά. Σύντομα η Δωδώνη γίνεται το σημαντικότερο προσκύνημα της περιοχής. Είναι τόση η μανία του κόσμου να πάρει λίγο απ’ το χώμα, που οι ιερείς αναγκάζονται να σκάβουν τις νύχτες κρυφά τους γύρω λόφους για να το αναπληρώσουν.
-Τα ίδια κάνουν και στην πατρίδα μου κύριε. Το … σπίτι μου ήταν απέναντι από έναν μικρό ναό της Μπαστέτ. Οι ιερείς κρατούσαν μέσα του μιαν οικόσιτη γάτα, σύμβολο της θεάς. Γριά με ένα μάτι και χαδιάρα. Οι πιστοί συνέλεγαν την άμμο που πατούσε, για φυλαχτό. Σπάνιο φαινόμενο βέβαια. Συνήθως κοιμόταν πάνω σ’ ένα πεζούλι.
Ο Κύλος διόλου δεν ενοχλείται από την παρέμβαση της Νιμ. Το αντίθετο, ευχαριστιέται που το κορίτσι αισθάνεται πλέον την άνεση να συμμετάσχει στη συζήτηση. Εύχεται να κάνει κάποια στιγμή το ίδιο και η Χατέπ. Μέχρι τότες όμως θα δουλέψει με ό,τι έχει.
-Σωστά μιλάς κόρη μου. Έχω περάσει χρόνια της ζωής μου στην Αίγυπτο, με άλλο όνομα, κι έχω δει το πώς φέρονται οι δικοί σου. Όσα και να νομίζει ότι τον χωρίζουν από το διπλανό του, κατά βάση ο άνθρωπος είναι παντού ο ίδιος.
-Συγχώρα με που ρωτώ κύριε, μα τι συνέβη; Πώς έχει φτάσει ένα τέτοιο ένδοξο μέρος σε αυτήν τη … θέση;
-Την κατάντια εννοείς. Πες τα πράγματα με τα’ όνομά τους. Δεν ωφελεί ν’ αλλάζεις όνομα στις καταστάσεις αν δε μπορείς ν’ αλλάξεις τις ίδιες. Συνήθως υπάρχουν δύο λόγοι που κάτι καλό αποτυγχάνει. Η απληστία και η έπαρση. Στην περίπτωσή μας ισχύουν και τα δύο. Όταν τα χρήματα και τα δανεικά χρήματα τελείωσαν, οι προηγούμενοι ιερείς μετέτρεψαν το χώρο σε μαντείο. Και από τότε φυτοζωούμε.
Οι δύο κοπέλες κοιτάζονται μεταξύ τους συνωμοτικά.
-Δε χρειάζονται μαντικές ικανότητες για να καταλάβω τι σκέφτεστε. Ναι, κοροϊδεύω τον κόσμο. Και όχι τόσο καλά όσο παλιότερα. Αλλά δεν ήμουν πάντα ο γέρος κουρασμένος απατεώνας που στέκεται μπροστά σας. Ο Δίας μιλούσε στον ύπνο μου. Με τον καιρό όμως, έχασα την ικανότητα να τον ακούω. Τώρα κάνω δύο τελετές το χρόνο και προσεύχομαι να φυσήξει ώστε να πω στους πιστούς ότι πρόκειται για σημάδι. Μαζί με κάποιες κατ’ οίκον επισκέψεις για τα τρέχοντα έξοδα.
-Συγχώρα με πάλι κύριε αλλά δεν καταλαβαίνω. Οι άλλοι ιερείς τι κάνουν; Και αν όπως λες έχασες την ικανότητα ν’ ακούς τους θεούς γιατί απλά δε σταματάς;
-Οι συνάδελφοί μου είναι διακοσμητικοί. Για να πουλά καλύτερα το θέαμα. Όσο γιατί δε σταματώ, υπάρχουν λόγοι. Από το να παντρέψω ζευγάρια παρά τις αντιδράσεις των γονιών μέχρι ν’ αποτρέψω πολέμους μεταξύ γειτόνων. Όλα εντολές του θεού. Δικαιολογώ τον εαυτό μου λέγοντας ότι μιας και παρά τα τόσα ψέματα δεν έχει ρίξει έναν κεραυνό να με κάψει, πρέπει να κάνω σωστά.
-Εμείς τι μπορούμε να κάνουμε; Πώς να βοηθήσουμε;
-Βλέπω συχνά ένα όνειρο. Το τελευταίο που μου έχει απομείνει. Δύο περιστέρια κάθονται στα κλαδιά του ιερού δέντρου το ένα στα δεξιά, το άλλο στ’ αριστερά και με κοιτούν. Τα πλησιάζω να τα διώξω μα δεν κουνιούνται από τη θέση τους. Στην αρχή απλά καρφώνουν τα ολοστρόγγυλα μάτια τους πάνω μου και γουργουρίζουν. Ξάφνου, τα πρόσωπά τους αλλάζουν, γίνονται πιο ανθρώπινα. Και η γλώσσα τους αλλάζει, μιλάνε σαν άνθρωποι. Τα λόγια τους είναι ξενικά, δεν τα καταλαβαίνω. Μιλούν και με κοιτάζουν επίμονα για ώρα. Προσπαθώ να φύγω αλλά τα πόδια μου είναι ριζωμένα στη γη. Τα ρωτάω τι λεν. Αυτά συνεχίζουν να μιλούν ασταμάτητα. Ουρλιάζω από θυμό. Απαιτώ να μου πουν τι θέλουν από μένα. Εκείνα σταματούν να μιλούν. Τα μάτια τους είναι πλέον τεράστια. Καλύπτουν ολόκληρο το πρόσωπό τους. Πετούν καταπάνω μου με ορμή κι ενώ σηκώνω τα χέρια μου να προστατευτώ, ακούω τρεις λέξεις. Βρες τα περιστέρια. Πιστεύω, ότι τα περιστέρια είστε εσείς.
Η Χατέπ σηκώνεται φουριόζα από τη θέση της με την οργή να κοκκινίζει το μελαχρινό της πρόσωπο.
-Κύριε, με όλο το σεβασμό στα χρόνια και τη θέση σου, πρέπει να ερμηνεύσεις καλύτερα τα όνειρά σου. Δε μπορεί να πιστεύεις ότι εμείς οι δύο είμαστε αυτά τα περιστέρια. Δε γίνεται να είμαστε εμείς.
-Και γιατί όχι;
Η Χατέπ κοιτάζει τη συντρόφισσά της και με κόπο συγκρατεί κάτι που πάει να πει. Η Νιμ, καταλαβαίνοντας τι συμβαίνει, σηκώνεται αργά και μιλά με θλιμμένη φωνή.
-Ο λόγος του εκνευρισμού της αδελφής μου κύριε, είναι ότι δε μπορεί να πιστέψει πως ο θεός έχει επιλέξει μιαν αρχόντισσα όπως αυτή και μια παρακατιανή όπως εγώ, για το ίδιο αξίωμα.
Αποχωρεί από το δωμάτιο με δάκρυα στα μάτια. Η Χατέπ νιώθει μια κρυάδα να διαπερνά τη σπονδυλική της στήλη. Τώρα που ο θύμος της υποχωρεί, συνειδητοποιεί ότι αυτό το ξέσπασμα θα της στοιχίσει το μοναδικό άνθρωπο που τη νοιάζεται. Στρέφεται προς τον Κύλο με βλέμμα δαρμένου σκυλιού.
-Η αρχοντιά κόρη μου, δεν προέρχεται από αυτά που κάνουν οι πρόγονοί σου. Προέρχεται από αυτά που κάνεις εσύ. Η Νιμ έχει μεγάλη ψυχή και αν της ζητήσεις μια δεύτερη ευκαιρία, θα σου τη δώσει. Φρόντισε να μη τη σπαταλήσεις.
Η κοπέλα, με σκυμμένο κεφάλι, σπεύδει να βρει τη φίλη της.