Το περιοδικό Γκαούρ-Ταρζάν δεν είναι απλώς ένα pulp ανάγνωσμα: είναι μια ψηφίδα της ελληνικής λαϊκής κουλτούρας που μεγάλωσε στους πάγκους των περιπτέρων και στα παζάρια, δίπλα σε σαλέπι και στραγάλια.
Το Γκαούρ-Ταρζάν γεννήθηκε από την πένα του Νίκου Ρούτσου, κυκλοφόρησε τη δεκαετία του ’60 κι επιβίωσε μέχρι τα μέσα του ’80. Ανήκει στο ίδιο σύμπαν με το Μικρό Ήρωα, το Μικρό Σερίφη, το Τζον Γκρηκ και άλλα παρόμοια με πολλά γράμματα κι ελάχιστα σκίτσα.
Η λέξη Γκαούρ δεν ήταν τυχαία: προέρχεται από το τουρκικό/περσικό «gâvur», που σημαίνει «άπιστος», δηλαδή μη μουσουλμάνος. Όμως στα χέρια του συγγραφέα, ο όρος μεταμορφώθηκε σε όνομα ήρωα: ο Γκαούρ, γεννημένος από Έλληνα πατέρα και ιθαγενή μητέρα.
Ένας γίγαντας, μια δύναμη του καλού, ένας νέος Διγενής που αντί για τους εχθρούς του Βυζαντίου, κατατροπώνει φυλές ανθρωποφάγων, μάγους, και αρχαία τέρατα μέσα στην άγρια φύση της Αφρικής.
Αντίπαλον δέος ο Ταρζάν. Όχι όμως ο γνωστός, ο Βασιλιάς και προστάτης της ζούγκλας. Εδώ παρουσιάζεται ως ανασφαλής, μικροπρεπής και υποχείριο στα χέρια της Τζέην, η οποία του τριβελίζει το μυαλό πως ο Γκαούρ θέλει να του φάει το θρόνο.
Αποκορύφωμα του αρνητικού χαρακτήρα τον οποίο επιδεικνύει, είναι όταν προφασίζεται ότι έχει ένα δίδυμο αδελφό ονόματι Ναζράτ (το Ταρζάν από την ανάποδη) για να δικαιολογήσει τις κακές του αποφάσεις και τις πιο κακές του πράξεις.
Το, πραγματικά, πολύχρωμο πάνελ πλαισιώνεται από πλήθος χαρακτήρων:
- Η Ταταμπού. Ψηλή, μελαχροινή, αμαζόνια μουλάτη κουκλάρα, ικανότατη στη μάχη ένας εναντίον ενός και σφόδρα ερωτευμένη με τον Γκαούρ.
- Η Τζέην. Αγγλίδα ξανθόψειρα που κουβαλά επάνω της ό,τι αρνητικό έχουμε να πούμε για τη Βρετανική Αυτοκρατορία και κρυφά ερωτευμένη με τον Γκαούρ.
- Ο Ποκοπίκο. Πυγμαίος, δεινός κυνηγός αγρίων κουνελιών, μ’ ένα μαχαίρι περασμένο στο χόρτινη φούτσα του σαν ξίφος, αποτελεί την κωμική νότα σε μια προ πολιτικής ορθότητας εποχή.
- Η Χουχού. Μια επίσης πυγμαία ιθαγενής με απίστευτη ευγένεια αλλά και νεύρο αν η κατάσταση το απαιτεί. Βρίσκεται σε on-off σχέση με τον Ποκοπίκο.
Τα ίδια και με την παλέτα των κακών:
- Η φοβερή μάγισσα Χούχλα που ολάκερη η Μάυρη Ήπειρος τρέμει τα ματζούνια και τις μαγγανείες της και προσπαθεί να εξευμενίσει την οργή της, με κάθε μέσο.
- Ο Γιαχάμπα. Φύλαρχος μιας από τις ισχυρότερες φυλές της Αφρικής, σύμφωνα με το περιοδικο. Μεγαλομανής, δεσποτικός και ορκισμένος εχθρός των ηρώων μας, έχει υπό τις διαταγές του ένα θηλυκό αόρατο φάντασμα.
- ΟΙ Μποργκ/Χαρίμ/Ντάγια. Ο Μπόρκ είναι αδίστακτος κυνηγός χαυλιόδοντων, ενώ ο Χαρίμ, κακός φύλαρχος, με τη γυναίκα του, τη Ντάγια —πρώην σύντροφο του Ταρζάν— δηλητηριάζουν ελέφαντες για κέρδος. Απ’ τις λίγες φορές που οι 2 χαρακτήρες συνεργάζονται για το κοινό καλό.
Fun Facts:
- Στην αρχή ήταν σκέτο Ταρζάν. Ο Γκαούρ εμφανίζεται μετά το τεύχος Νο 20 και γίνεται πρώτο όνομα στον τίτλο από το Νο 46.
- Κάποια στιγμή κυκλοφορούσε δύο φορές την εβδομάδα για να καλύψει τη συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση.
- Για λίγο, το έβρισκες μέχρι και σε μπακάλικα, δίπλα στον παστό βακαλάο.
- Στα τέλη του ’70, δύο μικροί φίλοι προσπάθησαν να κλέψουν μια βάρκα από τον Πειραιά για να πάνε στη ζούγκλα να συναντήσουν τους δύο ήρωες.
Σήμερα, τα περιοδικά αυτά θεωρούνται cult αντικείμενα. Κι όμως, λένε πολλά για την Ελλάδα του λαϊκού αναγνώστη, του τεκέ, του καφενείου, του μάγκα και του πιτσιρικά που ζούσε περιπέτειες μέσα από φτηνό χαρτί. Δεν ήταν αθώα, ούτε «σωστά», αλλά ήταν τουλάχιστον ειλικρινή, αυθόρμητα και, κυρίως, εντελώς δικά μας.