Μυωξός είναι ο τυφλοπόντικας στ’ αρχαία Ελληνικά. Και ο ήρωας σε ένα μύθο του Αισώπου.
Ένας τυφλοπόντικας (μυωξός), που γεννήθηκε όπως όλοι τυφλός, καυχιόταν στη μητέρα του ότι μπορούσε να βλέπει. Η μάνα του τότε, θέλοντας να τον δοκιμάσει, του έφερε ένα κόκκο λιβάνι και τον ρώτησε:
— Τί είναι αυτό, παιδί μου;
Κι εκείνος, νομίζοντας πως βλέπει, αποκρίθηκε:
— Είναι πέτρα.
Τότε η μητέρα του είπε:
— Παιδί μου, δεν έχεις χάσει μόνο τα μάτια σου, αλλά κι ολότελα τον νου σου· γιατί ούτε από τη μυρωδιά του λιβανιού δεν μπόρεσες να καταλάβεις τί είναι.
Δίδαγμα: Όποιος καυχιέται για ικανότητες που δεν έχει, δεν δείχνει μόνο άγνοια αλλά και ανοησία.
Και το αρχαίο Ελληνικό κείμενο:
Τυφλὸς μυωξὸς ἔλεγεν τῇ μητρί, ὅτι ὁρᾷ. ἡ δὲ βουλομένη αὐτὸν ἐλέγξαι, κόκκον λιβάνου ὑποθέντες ἤρετο αὐτόν, τί εἴη. ὁ δὲ εἶπεν· «λίθος.» ἡ δὲ φησί· «ὦ τέκνον, οὐ μόνον τὴν ὄψιν ἀπώλωκας, ἀλλὰ καὶ τὴν αἴσθησιν».